Αρχείο ΚΚΕ

Εμπλουτίστε το Αρχείο του ΚΚΕ

© 2016-2024 Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας

H γλυπτική απόδοση από τον Μεμά Καλογηράτο, του αντάρτη του ΕΛΑΣ «Αστραπόγιαννου», του κατά κόσμον Γεράσιμου Γρηγοράτου. Η φιγούρα είναι εμπνευσμένη από το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Εκτέλεση»

Τίτλος

H γλυπτική απόδοση από τον Μεμά Καλογηράτο, του αντάρτη του ΕΛΑΣ «Αστραπόγιαννου», του κατά κόσμον Γεράσιμου Γρηγοράτου. Η φιγούρα είναι εμπνευσμένη από το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Εκτέλεση»

Περιγραφή

Ο Μεμάς Καλογηράτος γεννήθηκε το 1940 στα Πετρικάτα της Κεφαλονιάς. Ο πατέρας του, αν και δημόσιος υπάλληλος στην Αγρονομία, ανέβηκε στο βουνό το 1941 και κυνηγήθηκε. Το '43 οι Γερμανοί έκαψαν το σπίτι τους στα Πετρικάτα για να εκδικηθούν την έξοδο του πατέρα του στο βουνό. Το 1946, ο ίδιος και η οικογένειά του εγκαταστάθηκαν στην Πάτρα. Ο Μεμάς, μετά το Δημοτικό, φοίτησε στη νυχτερινή Εμπορική, καθώς τα πρωινά εργαζόταν προκειμένου να βιοπορίζεται όλη η οικογένεια. Από τα παιδικά του χρόνια έμαθε την τέχνη του επιπλοποιού και δούλεψε ως μάστορας. Επιπλέον, δούλεψε στα καμίνια, στα τούβλα, εργάστηκε ως τυπογράφος, δούλεψε σε ραφείο, και μετά ξαναδούλεψε στο επιπλοποιείο. Μαθήτευσε ένα διάστημα, το 1957, στον αγιογράφο Γεώργιο Παπαδημητρίου, ο οποίος είχε το ψευδώνυμο «Φάων» o οποίος αγιογράφος διαπιστώνοντας το ταλέντο του Μεμά, τον παρακίνησε να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Παρά την αντίθεση του πατέρα του, ο Μεμάς έδωσε εξετάσεις και το 1959 - 1960 πέρασε στην τρίτη θέση στο εργαστήρι γλυπτικής του Γιάννη Παππά. Το 1961 έγινε δάσκαλος του ο Θανάσης Απάρτης και ο Μεμάς μαθήτευσε στο εργαστήριό του. Ο Απάρτης, σπουδαίος γλύπτης, διατηρούσε επίσης πολύ καλή σχέση με τους μαθητές του και τους ενέπνεε. Παράλληλα, ο Μεμάς έπαιζε μποξ από 15 χρόνων και ήταν στην Εθνική Ελλάδας.
Ο Μεμάς Καλογηράτος, ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Σπουδαστών της Σχολής Καλών Τεχνών, δικάστηκε το 1965 με τη μεγάλη δίκη της ΕΦΕΕ. Εμεινε έναν μήνα στο Μεταγωγών, ενώ μετά τη δίκη αθωώθηκε. Στα φοιτητικά του χρόνια, συμμετείχε ενεργά στους αγώνες του «114» και ευρύτερα στους κοινωνικούς αγώνες. Το 1965 εγκατέλειψε τη Σχολή Καλών Τεχνών και επέστρεψε στην Πάτρα. Υπηρέτησε στρατιώτης, με δυσμενή μετάθεση στο Σιδηρόκαστρο και μετά το 1969 - '70, μέσα στη δικτατορία, εργάστηκε σε χυτήριο. Ανοιξε το πρώτο του χυτήριο και έκτοτε εργάστηκε ως γλύπτης, βοηθός του Θανάση Απάρτη και του Χρήστου Καπράλου. Στο μεταξύ, ήρθε σε επαφή με τον Βασίλη Βασιλειάδη, ο οποίος δίδασκε σκηνογραφία στη Σχολή Καλών Τεχνών και δούλεψε ως βοηθός του σε σκηνογραφίες στην Επίδαυρο.
Η γλυπτική του Μεμά κινείται αφηγηματικά από τη μυθολογία μέχρι τη σύγχρονη Ιστορία του τόπου μας. Πηγή της έμπνευσής του είναι πάντα η ιδιαίτερη πατρίδα του, η Κεφαλονιά, αλλά και η ποίηση και η αρχαϊκή γλυπτική, με το μέτρο, τη λιτότητα και την απλότητά της. Τα προσωπικά του βιώματα, οι μνήμες από την Κατοχή, τον πατέρα του που βγήκε στο βουνό, το κάψιμο του πατρικού του σπιτιού από τους Γερμανούς, αλλά και τα χρόνια της προσωπικής του βιοπάλης σε διάφορα επαγγέλματα, αποτυπώνονται στο έργο του μέσα από τις εκφράσεις, τις χειρονομίες, τη στάση του ανθρώπινου σώματος. Συχνή η αναφορά του μέσα από τα έργα του στις έννοιες της ειρήνης, της ελευθερίας, της γυναίκας - μάνας, του έρωτα κλπ.
Οι ανθρώπινες φιγούρες δεν παραμορφώνονται για να υπηρετήσουν την εξεζητημένη φόρμα, όπως συμβαίνει συχνά σήμερα στις μεταμοντέρνες τάσεις της Τέχνης, αλλά για να επισημάνουν τον πλούτο του ανθρώπινου συναισθήματος, την ποικιλία και τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Πολλα έργα του εκτίθενται στον χώρο εργαστήριο - μουσείο που δημιούργησε με προσωπική εργασία, στην Κεφαλονιά, όπου επέστρεψε και ζει σήμερα. Πρόκειται για έναν πολύ ιδιαίτερο και αισθητικά μοναδικό χώρο, που αποτελεί ταυτόχρονα χώρο δημιουργίας, επίσκεψης και προσωπικό ησυχαστήριο. Ο Μεμάς, κουβαλώντας τη γνώση της πανάρχαιας τεχνικής, δημιούργησε ο ίδιος ένα χυτήριο στον χώρο του, για να χυτεύει τα γλυπτά του.
Το έργο του περιλαμβάνει γλυπτά που προορίζονται για δημόσιο χώρο, μνημεία, προτομές κλπ.
Εως και σημερα, δουλεύοντας το ξύλο, την πέτρα, το μάρμαρο, το μέταλλο, ο γλύπτης «ψηλώνει» την ανθρώπινη μορφή. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος, μέσα από τη δουλειά του, από τα πρώτα ήδη χρόνια της ενασχόλησης με τη γλυπτική, «τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν ύψος». Ο ίδιος ο καλλιτέχνης λέει για το έργο του: «Δεν ήμουν ποτέ φωνακλάς, η δουλειά μου δεν ήθελε να φωνάζω, ήθελε μια σεμνότητα και μια σιωπή. Αυτό δεν ξέρω αν το κατάφερα ή όχι, πάντως έτσι είναι η δουλειά. Εχουν πει ότι είμαι επικός. Δεν το είχα σκεφτεί ότι έχω κάνει τόσα έργα. Η δουλειά μου μου έδωσε ζωή. Πιστεύω ότι για όλους τους ανθρώπους, με ό,τι κι αν ασχολούνται, τα πρώτα χρόνια της ζωής τους είναι τα πιο σημαντικά, τα πιο ολοκληρωμένα. Είναι ακριβώς αυτές οι στιγμές που πλάθουν τον καθένα μας μέσα από το κοινωνικό περιβάλλον, από τους φίλους μας, από τους συντρόφους μας, από τους έρωτές μας, από τους ανθρώπους που έζησες μαζί τους, μεγάλωσες, ανδρώθηκες, άρχισες να καταλαβαίνεις τη ζωή και τον κόσμο». Δεν μπορεί να μην επισυμανθει η αγάπη του αλλά και η ενασχόληση του επι σειρά ετων με το θέατρο στην Κεφαλλονιά, η δημιουργία χώρων θεατρικής μάθησης για παιδιά και νέους.

Συνεισφέρων

Αρχεία

http://172.16.1.30/files/original/72acf4a19c5089f24a876754548dd456.JPG
http://172.16.1.30/files/original/49683ed25e1c5e8871b980f698a0d1b3.jpg

Aναφορά

“H γλυπτική απόδοση από τον Μεμά Καλογηράτο, του αντάρτη του ΕΛΑΣ «Αστραπόγιαννου», του κατά κόσμον Γεράσιμου Γρηγοράτου. Η φιγούρα είναι εμπνευσμένη από το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Εκτέλεση»,” Αρχείο ΚΚΕ, προσπελάστηκαν 2 Ιουλίου 2024, http://arxeio.kke.gr/items/show/1259.